- σλαβολόγος
- ο, η, Νεπιστήμονας που ασχολείται με τη μελέτη τής σλαβικής γλώσσας ή τής σλαβικής εθνολογίας.[ΕΤΥΜΟΛ. < Σλάβος + -λόγος*. Η λ., στον πληθ. σλαβολόγοι, μαρτυρείται από το 1885 στο περιοδικό Ελληνικός Φιλολογικός Σύλλογος Κωνσταντινουπόλεως].
Dictionary of Greek. 2013.